Εδώ και τρεις περίπου δεκαετίες, η έρευνα στις κοινωνικές επιστήμες έχει καταστήσει σαφές πως η αποκλειστικά θεσμική πρόσληψη του πολιτικού (της πολιτικής απλώς ως κυβερνάν) είναι ελλιπής και ατελέσφορη. Προϋπόθεση για μια σφαιρική –στερεοσκοπική- κατανόηση του πολιτικού φαινομένου είναι η συστηματική συμπερίληψη και της άλλης βασικής του διάστασης, της πολιτικής ως αγώνα. Στο πλαίσιο αυτό, και με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της τρέχουσας πολιτικής και κοινωνικής συγκυρίας, το βιβλίο αυτό, που τη μετάφρασή του επιμελήθηκα και το οποίο προλόγισα -βλ. το κείμενο «Οι συλλογικές δράσεις ως εστία μελέτης τουπολιτικού: συντεταγμένες για μια συμπεριληπτική πολιτική κοινωνιολογία»)- , αποτελεί εξαιρετικά σημαντική συμβολή.
            Το βιβλίο αυτό αποτυπώνει γλαφυρά όλα τα δυναμικά στοιχεία της συγκρουσιακής θέασης της πολιτικής —με αναλυτικές και συνθετικές εμφάσεις τόσο στα μεταβαλλόμενα θεσμικά ισοζύγια όσο, και στις συνθήκες που διέπουν τα σύγχρονα διεκδικητικά υποκείμενα, την πολιτική των κυριαρχούμενων. Εστία αποτελούν τα κοινωνικά κινήματα, συλλογικότητες που, κατά τους συγγραφείς, συγκροτούνται αντιπαραθετικά προς τις υφιστάμενες θεσμικές κανονικότητες —γεγονός-τεκμήριο της λειτουργικής ανεπάρκειας των τελευταίων. Απαραίτητο είναι να τονιστεί εδώ η συγκρουσιακή υπόσταση των κινημάτων, ακόμα και όταν αυτή αφορά βιωματικές ή/και πολιτισμικές διακυβεύσεις χωρίς προφανή απεύθυνση στην κεντρική πολιτική σκηνή. Πρόκειται για εννοιολογική οριοθέτηση με πρόδηλες ερευνητικές και πολιτικές προεκτάσεις: Τα κινήματα δεν αποτελούν «κοινωνικό εταίρο», ένα ακόμη θεσμικό παρακολούθημα, έστω ιδιόρρυθμο· η πολιτική τους ύπαρξή είναι μια καταστατικά συγκρουσιακή ύπαρξη που αποσκοπεί στο θεσμικό μετασχηματισμό. Η πραγματικότητά τους αυτή υποστηρίζει και κατοπτρίζεται σε σειρά περαιτέρω κρίσιμων χαρακτηριστικών. Δεσπόζει καταρχάς η ανάγκη υπέρβασης του οργανωτικού φετιχισμού με τον οποίο η θεσμική ματιά μας βομβαρδίζει. Τα κινήματα δεν συμπίπτουν με μονοπωλιακές οργανωτικές κρυσταλλώσεις, αλλά αποτελούν διεκδικητικές κοινότητες: δίκτυα πεποιθήσεων, αξιακών/πολιτισμικών προδιαθέσεων και δράσεων σε διαρκή —ασφαλώς— αλληλεπίδραση με το υφιστάμενο θεσμικό περιβάλλον.
Σήμερα, περισσότερο ίσως από ποτέ, αυτή η συγκρουσιακή μετασχηματιστική διάσταση των κινημάτων οφείλει να απασχολήσει τόσο του μελετητές όσο και εκείνους που, ενώ διεκδικούν δι’ εαυτούς την κινηματική υπόσταση, εντούτοις εξαντλούν τον ορίζοντα της πολιτικής τους αναφοράς και παρέμβασης σε μιαν ανιστορική θεσμολαγνεία.  
Στους προβληματισμούς αυτούς κομβικό ρόλο διαδραματίζει η κουλτούρα –τόσο ως βαθύ πολιτισμικό υπόβαθρο όσο και, περισσότερο επιχειρησιακά, ως αξιακές διεκδικητικές πλαισιώσεις και στρατηγική. Το «μεταϋλιστικό» υπόβαθρο των συλλογικών διεκδικήσεων της πρόσφατης περιόδου αναγνωρίζεται και περιγράφεται γλαφυρά, όμως ούτε απολυτοποιείται ούτε αναβιβάζεται σε προσχηματικό εφαλτήριο για συμβατικές πολιτικές εκτιμήσεις (όπως γίνεται συχνά). Όπως καίρια επισημαίνεται, ούτε τα «νέα κοινωνικά κινήματα» υπήρξαν απολύτως μεταϋλιστικά, ούτε τα αιτήματα μιας ex post μεταϋλιστικής υφής εξέλειπαν πλήρως από τον ιδεότυπο της εργατικής συλλογικής διεκδίκησης. Η νέα διεκδικητική πραγματικότητα περιλαμβάνει αμφότερους τους τομείς σε νέες συνθέσεις, που όμως ενδέχεται και να είναι απόρροια της εξελιγμένης ερευνητικής μας ματιάς. Χρυσή εποχή κάποιας ιδεοτυπικής εργατικής συλλογικότητας, άλλωστε, δεν υπήρξε ποτέ.

Αναλύοντας την εμπειρία πλειάδας κινηματικών συλλογικοτήτων (αντιπολεμικά κινήματα, κίνημα για τη γυναικεία χειραφέτηση, κίνημα για την προστασία του περιβάλλοντος, κ.λπ.), οι dellaPorta και Diani επιχειρούν μια κριτική ανάλυση των σημαντικότερων ζητημάτων που συνδέονται με τη συλλογική δράση στις σύγχρονες κοινωνίες. Πρόκειται για μια σύγχρονη και εύληπτη εισαγωγή στη θεωρία των συλλογικών δράσεων και των κοινωνικών κινημάτων που απευθύνεται σε μελετητές και ερευνητές σε όλο το  φάσμα των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών.